Το δικό μου Βερολίνο
Στην τελευταία πτήση από Θεσσαλονίκη για Βερολίνο, καθόμουν δίπλα από ένα νεαρό ζευγάρι. Σε μια πολύ σπάνια έκρηξη offline κοινωνικότητάς μου, γύρισα και τους ρώτησα: «Πρώτη φορά Βερολίνο;»
«Ναι, πρώτη φορά» και γενικά από τις ελάχιστες που είχαν πάει εξωτερικό. Α, και η κοπέλα ήταν από το χωριό της μάνας μου.
Σε αυτή τη φάση δύο πράγματα απασχολούσαν το μυαλό μου:
Η κρυψώνα μου είχε αποκαλυφθεί. Δεν ήμουν πια ο cool startupper που μένει Βερολίνο αλλά ένα χωριατόπαιδο από το Μικρό Κατσικοχώρι.
Πως ακριβώς θα μπορούσα να απαντήσω στην ερώτηση των παιδιών για το αν «είναι ωραίο το Βερολίνο;»
Το Βερολίνο, που λέτε, είναι μια μεγάαααλη ιστορία.
Υπάρχουν μέρες που το καταριέμαι, κράζοντας κάθε κάτοικο και σκύλο στο δρόμο προς το καφέ που συχνάζω (το οποίο λέγεται Klein Mein) - και είναι άλλες που απλά περπατάω κάτω από τον καυτό Βόρειο ήλιο και χαμογελάω από ευτυχία.
Είμαι κι εγώ λίγο διπολικός, αλλά είναι και το Βερολίνο love-it-or-hate-it πόλη.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν κάποια στάνταρ χαρακτηριστικά της πόλης, για τα οποία νιώθω σίγουρος μετά από 2 χρόνια.
Πριν ξεκινήσω, όμως: Το Βερολίνο είναι μια πόλη με πολλά πρόσωπα - και αυτό το εννοώ.
Δύο άτομα μπορεί να έχουν αντίθετα ακραίες απόψεις για αυτό, αφού εξαρτάται από το που ακριβώς μένει κανείς και τι ακριβώς κάνει (και θέλει να κάνει) εδώ.
Με άλλα λόγια, αναγκαστικά, θα σας μιλήσω για το δικό μου Βερολίνο, έτσι όπως το έχω ζήσει εγώ, τα τελευταία δύο χρόνια - περιορισμένος από τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της δικής μου ζωής.
Η πόλη της μοναξιάς.
Ξεκινώντας για τα “πρόσωπά” της, η πόλη φαίνεται σίγουρα διαφορετική στους Γερμανούς κατοίκους της (αυτούς που μεγάλωσαν εδώ) και σε όλους τους expats, όπως εγώ.
Η Γερμανία, πρώτα απ’ όλα, δεν είναι Ελλάδα.
Οι Έλληνες είμαστε ως λαός, πολύ πιο ανοιχτοί, και αυτό φαίνεται στην καθημερινότητά μας. Εύκολα μιλάμε σε κάποιον και πολύ εύκολα μπλεκόμαστε σε μεγάλες παρέες. Οι Γερμανοί είναι πολύ πιο δύσκολοι σε αυτό.
Αλλά λένε πως ακόμη και το Βερολίνο “δεν είναι Γερμανία”. Ισχύει: Πέραν από το εμπόδιο της Γερμανικής κουλτούρας, η μισή πόλη είναι από αλλού. Άνθρωποι που μόλις ήρθαν στην πόλη, άλλοι που είναι εδώ για χρόνια αλλά δεν ξέρουν γρι Γερμανικά και άλλοι που μπορεί σήμερα να τους γνωρίσεις και σε δύο μήνες να μένουν σε άλλη χώρα.
Είναι τόσο μεγάλη η εισροή κόσμου, που νιώθεις πως οι ίδιες οι κοινωνικές σχέσεις δεν μπορούν εύκολα να δέσουν μέσα σε αυτή τη ροή του ποταμού.
Αν βάλεις σε αυτό και τη δυσκολία γενικά του να βρεθείς, με τις μεγάλες αποστάσεις της πόλης, καταλήγεις στο Βερολίνο που βλέπω εγώ: Από τη μια οι Γερμανοί με τις οικογένειές τους, και από την άλλη οι ξένοι, κάποιες φορές με παρέες που μπορεί να διαρκέσουν μια μέρα, τις περισσότερες όμως μόνοι τους, με το λάπτοπ, σε κάποιο καφέ, να προσπαθούν να κρατήσουν μια ψεύτικη επαφή με τους ανθρώπους πίσω στη δική τους χώρα, που ίσως τους έχουν πια ξεχάσει.
Έχω γνωρίσει πολλούς ανθρώπους μέσα στα δύο χρόνια. Φίλους, έχω κάνει λίγους - και αυτούς τους βλέπω μια στο τόσο. Ξένους ανθρώπους, που να δουλεύουν και να είναι ικανοποιημένοι με την κοινωνική τους ζωή εδώ, ανάθεμα αν έχω γνωρίσει μετρημένους στα δάχτυλα.
Η πόλη της ηρεμίας.
Ένα άλλο πράγμα που ίσως δεν περίμενουν πολλοί, όταν ακούν για το Βερολίνο που θεωρείται “party city”, είναι το πόσο ήρεμη πόλη είναι πραγματικά.
Μιλάμε για μια πόλη με πληθυσμό λίγο μεγαλύτερο από αυτό της Αθήνας, αλλά τη μισή πυκνότητα. Και σχετικά λίγοι κάτοικοι έχουν αμάξι, αφού τα μέσα είναι “αρκετά καλά”.
Αυτό σημαίνει ότι νιώθεις την πόλη να έχει χώρο. Μιλάμε, ακόμη και αν πας σε ότι θεωρείται το απόλυτο κέντρο της πρωτεύουσας, σπάνια θα νιώσεις να είναι crowded.
Και οπουδήποτε κινηθείς στις hip περιοχές με τα μπαράκια και τα καφέ, είναι σχεδόν αδύνατο να νιώσεις αποπνικτικά. Σε αντίθεση π.χ. με το Λονδίνο, που όποτε βρέθηκα ένιωθα να φτάνω στα όρια του πανικού από το πλήθος του κόσμου.
Ακόμη, είναι η κουλτούρα των Βερολινέζων, που βάζουν το chillάρισμά τους πάνω απ’ όλα: Κυκλοφορούν διαρκώς με μια μπύρα στο χέρι και με τον πρώτο ήλιο, τους βλέπεις να αράζουν στα πάρκα ή να κάνουν barbecue.
Αυτό, για μένα, ανήκει πρακτικά σε εκείνο το γενικόλογο “ποιότητα ζωής” που λέμε όταν οι Έλληνες μιλάμε για το ουτοπικό εξωτερικό.
Παρόλα αυτά, θέλω να πω, ότι εμένα αυτό το στυλάκι μου αρέσει μια στο τόσο. Η δική μου “ποιότητα ζωής” συμπεριλαμβάνει και το να κάτσω σε ένα καγκούρικο καφέ με περατζάδα (μια στο τόσο, ε!) και να μπορώ να πάω και σε ένα τσιπουράδικο με την παρέα μου και να κουβεντιάσω χωρίς το μπλοκάρισμα της ξένης γλώσσας, η το να περπατάω στη πόλη μου και να δω και κανέναν γνωστό.
Τέτοια πράγματα, σε αυτή την πόλη, για έναν Έλληνα, δεν πολυ-υπάρχουν. Και εμείς οι Έλληνες, μέσα σε τόση ηρεμία, καμιά φορά ασφυκτιούμε.
Η αντι-τουριστική πόλη.
Τέρμα προσωπική άποψη, αλλά βάσιμη: Το Βερολίνο ΔΕΝ είναι τουριστική πόλη, αν “τουριστική” θεωρούμε στερεοτυπικά αυτή που έχει αξιοθέατα σαν το Κολοσσαίο και μια κοινωνία που υποστηρίζει ενεργά τον τουρίστα.
Πρώτον, οτιδήποτε θεωρείται τουριστικό στο Βερολίνο, είναι είτε κάποιο καινούργιο μουσείο, ή κάνα μοντέρνο μνημείο, είτε κάτι ψιλο-fake,.
Δεύτερον, οι Βερολινέζοι έχουν ένα συγκεκριμένο στυλ συμπεριφοράς, που στον μέσο τουρίστα θα φανεί “αγενές” και ξινό. Είναι αλήθεια. Θέλει καιρό για να τους συνηθίσεις.
Με εξαίρεση, φυσικά, τα κάνα δύο κεντρικά σημεία που μαζεύονται όλοι οι τουρίστες, όπου όμως στην τελική δεν βλέπουν το αληθινό Βερολίνο. Εκεί όπου έχει τουρίστες, είναι μόνο οι τουρίστες. Είναι κάτι fake.
Δεν λέω ότι το Βερολίνο είναι μόνο τα γεμάτα γκράφιτι δρομάκια του Kreuzberg, ούτε ότι το υπερβολικά Γερμανικό δυτικό Βερολίνο δεν είναι Βερολίνο. Όλα αυτά, τα μικρά κομμάτια, είναι που φτιάχνουν το αληθινό σύνολο.
Σίγουρα, όμως, το 90% των τουριστών που κινείται γύρω από την πύλη του Βρανδεμβούργου και μετά πηγαίνει στο Monkey Bar για cocktail φεύγει από την πόλη νομίζοντας πως “τα είδε όλα”, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχει δει πάνω από το 1%.
Άρα, πως να επισκεφτεί κανείς το Βερολίνο;
Καλό είναι να έχει κάποιον γνωστό που μένει εδώ και να του ζητήσει να μην τον πάει στα κλισέ τουριστικά, αλλά να τον γυρίσει εκεί όπου θα έβγαινε ο ίδιος.
Η “παρεξηγημένη” πόλη.
Δεν θα το κρύψω πως στην πόλη αυτή, κατέληξα μέσα από μια σχεδόν τυχαία ροή των πραγμάτων. Το ότι θα πήγαινα εξωτερικό ήταν δική μου επιλογή. Το ότι η πόλη θα ήταν το Βερολίνο, προέκυψε.
Πριν έρθω εδώ, να πω την αλήθεια, δεν ήξερα ούτε που έπεφτε, ούτε τι ρόλο βαρούσε. Το μόνο που ήξερα, ήταν χρόνια πριν, που είχα αναφέρει τη λέξη “Βερολίνο” σε μια φίλη μου από Μόναχο και εκείνη πήρε αυτόματα μια έκφραση αηδίας, σχολιάζοντας κάτι σε φάση: “We don’t talk about that place…”
Ουσιαστικά, ήρθα εδώ χωρίς καμία προσδοκία για το τι να περιμένω (πέραν από την ξινίλα της φίλης μου) και μονάχα με τον καιρό μπόρεσα να φτιάξω μια γενική εικόνα για την πόλη.
Αν αυτή η εικόνα που έχω σημαίνει ότι ξέρω "τι ακριβώς είναι" αυτή η πόλη, δεν το γνωρίζω. Σίγουρα, όμως, ξέρω το "τι δεν είναι".
Την τρίτη μέρα μετά την πτήση, συναντηθήκαμε με τα παιδιά από το αεροπλάνο για μια μπύρα.
Είχαν περπατήσει σε αρκετά από τα τουριστικά και βρεθήκαμε σε ένα από τα “κανονικά” σημεία της πόλης, στο Kreuzberg, κάπου που θα πήγαινε και ένας κάτοικος της πόλης για μια μπύρα. Από δίπλα μας, κάθε λίγο περνούσε το κίτρινο τρένο στην υπερυψωμένη γέφυρα. Κάθε είκοσι λεπτά, κάποιος καριόλης πετούσε ένα αποτσίγαρο από την πάνω πολυκατοικία που φοβόμασταν μην έρθει στο κεφάλι μας.
«Κατάλαβα τι εννοείς όταν λες ότι “τα τουριστικά δεν είναι Βερολίνο”» μου είπε η κοπέλα και τσουγκρίσαμε τη δεύτερη γύρα από μπύρες, λέγοντας “γειά μας” σαν σωστοί Έλληνες. «Μου αρέσει όμως» πρόσθεσε.
Όσο γενικό κι ήταν, καταλάβαινα τι εννοούσε. Για αυτή την πόλη, είναι λίγο δύσκολο να μιλάς "συγκεκριμένα". Είναι μια πόλη που είναι ένα με όλα της τα κομμάτια:
Με τους Βερολινέζους κατοίκους, που είναι μια κατηγορία από μόνοι τους
Με τους expats που έχουν έρθει για μια απλή, χειρονακτική δουλειά στη Γερμανία
Με τους expats που έχουν έρθει για να δουλέψουν στον τομέα του software
Με αυτούς που ήρθαν για να κυνηγήσουν το startup όνειρό τους, όπως έκαναν οι χρυσοθήρες τα παλιά χρόνια στην Αμερική
Με αυτούς που ήρθαν για να είναι ρέμπελοι
Με μια περιοχή που είναι ουσιαστικά Τουρκία
Με μια ήρεμη καθημερινότητα
Με περιοχές γεμάτες με καροτσάκια μωρών
Με περιοχές γεμάτες καταλήψεις και punk
Με ταμίες σε σουπερ μάρκετ που έχουν face tatoos
Με πολλή techno μουσική
Με τους θαμώνες των “φημισμένων” techno clubs της πόλης
Με πολύ σκυλί (μηδέν (!) αδέσποτα όμως)
Με πολύ ποδήλατο (που αν δεν προσέχεις, ως πεζός, θα σε πατήσουν - και μετά θα σε βρίσουν και από πάνω...)
Με έναν οργανισμό συγκοινωνιών (το BVG) που κάνει διαφημίσεις σαν κι αυτή.
Με σημεία που φαίνονται σαν βομβαρδισμένα, αλλά είναι στην πραγματικότητα τα πιο in
Με πολύ ναρκωτικό
Από την άλλη, με πολλή vegan φάση
Με τύπους που περπατάνε στον δρόμο με φούστα και μια γλάστρα για καπέλο και δεν τους κοιτάζει κανείς
Με κοστουμάτους Γερμανούς που πάνε στη δουλειά τους σαν καλοί νοικοκύρηδες
Ειλικρινά, δεν μπορείς να βάλεις τους κατοίκους αυτής της πόλης σε ένα καλούπι. Αντίστοιχα, και οι περιοχές του Βερολίνου, είναι η καθεμία εντελώς διαφορετικές, σχεδόν σαν να είναι ξεχωριστές πόλεις. Αλλά, όλες μαζί, συνθέτουν τελικά κάτι ενιαίο.
Έτσι ακριβώς και με τους ανθρώπους: Πανκ και κοστουμάτοι, πανσόβαροι και τρελοί, στρέιτ και γκέι, μπαφιάρηδες και vegan (αν και, θα μου πείτε, και ο μπάφος φυτικής προέλευσης είναι), όλοι τους συμβιώνουν ήρεμα και όμορφα. Όσο ο ένας δεν ενοχλεί τον άλλον, είναι όλα καλά.
Και γι’ αυτό είναι μια περίεργη πόλη, που ούτε περιγράφεται εύκολα, ούτε και μπορείς να την καταλάβεις σε τρεις μέρες γυρνοφέρνοντας το Mitte. Το Βερολίνο είναι, απλά, μια πόλη, που έχει μαζέψει κάθε λογής παρεξηγημένο.
Ε, όπως καταλαβαίνετε, κάπου στο τέλος του πρώτου χρόνου, όταν κατάλαβα αυτό για τους “παρεξηγημένους”, ξεφύσηξα, κούνησα το κεφάλι μου με απόγνωση και συνέχισα τη μέρα μου λίγο προβληματισμένος, αλλά και με λίγη περισσότερη κατανόηση για ποιον γαμημένο λόγο με έφερε εδώ η μοίρα μου...








